ισπανοαμερικανικός

ισπανοαμερικανικός
-ή, -ό
1. που ανήκει ή αναφέρεται στους Ισπανούς μαζί και τους Αμερικανούς ή στην Ισπανία και την Αμερική: Ισπανοαμερικανικός πόλεμος.
2. που ανήκει ή αναφέρεται στην ισπανική Αμερική.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ισπανοαμερικανικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Ισπανία και στην Αμερική ή στους Ισπανούς και στους Αμερικανούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ἱσπανός + ἀμερικαν ικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • Παρίσι — (Paris) Πρωτεύουσα της Γαλλίας και ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά, πνευματικά, εμπορικά, βιομηχανικά και οικονομικά κέντρα του κόσμου. Από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές γύρω από το αστικό κέντρο του Παρισιού ξεχωρίζουν οι: Αρζαντέιγ, Ανιέρ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”